Το πιο διάσημο από τα πέτρινα γεφύρια που έχουν απομείνει στην Ελλάδα, είναι χωρίς δεύτερη σκέψη το γεφύρι της Άρτας, λόγω και του διάσημου δημοτικού τραγουδιού που αναφέρετε στην «εξ ανθρωποθυσίας» θεμελίωσή του.
Η ιστορία του γεφυριού ξεκινάει από τα προχριστιανικά χρόνια. Γεγονός απολύτως φυσιολογικό αφού οι κάτοικοι της Άρτας έπρεπε να διασχίζουν τον δρόμο της Αμβρακίας. Έτσι λεγόταν η Άρτα επί βασιλέως Πύρρου Α. Αργότερα κατά την περίοδο της ακμής της γειτονικής Νικόπολης, παρουσιάστηκε η ανάγκη για ανακαίνιση της γέφυρας κάτι που έγινε μεταξύ 1602-1606 μ.Χ. Τότε υπολογίζεται πως πήρε τη σημερινή του μορφή το γεφύρι της Άρτας. Η ανέγερσή του έγινε από τον παντοπώλη Ιωάννη Θιακογιάννη ή Γυφτοφάγο, ο οποίος έχοντας εμπορικές δραστηριότητες είχε ενδιαφέρον για τη διάβαση του Αράχθου ποταμού από τα μουλάρια με τα φορτία του.
Η αρχιτεκτονική της γέφυρας
Το μήκος της γέφυρας αγγίζει τα 142 μέτρα και το πλάτος της είναι περίπου στα 3,75 μέτρα. Διαθέτει τέσσερις ημικυκλικές καμάρες οι οποίες δεν έχουν καμία συμμετρία μεταξύ τους και τα βάθρα της είναι κτισμένα με μεγάλους κανονικούς λίθους κατά το ισοδομικό σύστημα, με επίστεψη, έτσι που θυμίζουν τοιχοποιία ελληνιστικών μεγάρων.
Η απελευθέρωση της Άρτας και η σημασία της γέφυρας
Το 1881 απελευθερώθηκε με συμφωνία η Άρτα και το γεφύρι έμελε να είναι το φυσικό σύνορο της ελεύθερης με την τουρκοκρατημένη Ελλάδα. Μάλιστα το σημερινό λαογραφικό μουσείο Άρτας που είναι χτισμένο στην μια πλευρά της γέφυρας χρησιμοποιούταν από τους Τούρκους ως τελωνείο.
Η εντολή των Ναζί που έσωσε την γέφυρα
Κατά την περίοδο της κατοχής οι Γερμανοί στρατιώτες είχαν φροντίσει στη συντήρησή της γέφυρας τοποθετώντας σιδερένια στηρίγματα σε αυτήν ώστε να περνάνε με ασφάλεια τα οχήματά τους.
Στις 23 Σεπτεμβρίου του 1944 όταν οι Ναζί έφευγαν από την πόλη διέταξαν να ανατιναχθεί το πέτρινο Γεφύρι της Άρτας.Ο Γερμανός βομβιστής όμως εκτίμησε το μέγεθος του εγκλήματος, δεν υπάκουσε στη διαταγή και το γεφύρι σώθηκε.
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω το γιοφύρι εκτιμάται πως πήρε την σημερινή του μορφή το 1602 ή κατά άλλους το 1606 από έναν παντοπώλη, ο οποίος θέλησε να ενισχύσει τις εμπορικές του δραστηριότητες. Κατά το δημοτικό τραγούδι που ανήκει στα άσματα του ακριτικού κύκλου, «1300 κτίστες, 60 μαθητές, 45 μάστοροι (μηχανικοί) υπό τον Αρχιμάστορα, προσπαθούσαν να κτίσουν τη γέφυρα της οποίας τα θεμέλια κάθε πρωί ήταν κατεστραμμένα.Τελικώς – σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση – «ένα πτηνό με ανθρώπινη φωνή γνωστοποίησε πως για να στεριώσει η γέφυρα απαιτείται η ανθρωποθυσία της συζύγου του Πρωτομάστορα». Το οποίο και έγινε με κατάρες που καταλήγουν σε ευχές.
Το δημοτικό τραγούδι είναι γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβο ενώ η ιστορία απέδειξε πως το λαϊκό τραγούδι έκρυβε πίσω της ένα σπουδαίο γεγονός. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, χρειάστηκε να περάσει ένα «ασκέρι» των Τούρκων και αυτοί ζήτησαν την βοήθεια των ντόπιων για την κατασκευή της γέφυρας.
Οι ντόπιοι στην αρχή ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, όχι όμως όταν έμαθαν τις προθέσεις των Οθωμανών. Έτσι λοιπόν πήγαιναν κρυφά το βράδυ και χαλούσαν ότι είχαν φτιάξει το πρωί. Όταν οι Τούρκοι ζήτησαν να μάθουν γιατί αργεί τόσο πολύ το έργο εκείνοι απάντησαν ότι τελικά είναι στοιχειωμένο το μέρος πιστεύοντας ότι οι Τούρκοι δεν θα περνούσαν ή ότι θα επέστρεφαν.
Όταν ο Τούρκος διοικητής αντιλήφθηκε τι συνέβη διέταξε τη σύλληψη του Πρωτομάστορα και της γυναίκας του και τη θανάτωσή τους. Τότε φοβούμενοι όλοι οι άλλοι εμπλεκόμενοι στο έργο της ανέγερσης Έλληνες για τη τύχη που θα τους περίμενε έσπευσαν και ολοκλήρωσαν το γεφύρι συνοδεύοντας με κατάρες το τουρκικό ασκέρι.
Διαβάστε το δημοτικό τραγούδι εδώ